suspiri

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

suspiri < suspir- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα suspiri
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας suspiras suspiranta suspirata
αόριστος suspiris suspirinta suspirita
μέλλοντας suspiros suspironta suspirota
υποθετική suspirus - -
προστακτική suspiru - -

suspiri (eo)

Συνώνυμα[επεξεργασία]