tagmanĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

tagmanĝi < tag- + manĝi (τρώω)

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα tagmanĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας tagmanĝas tagmanĝanta tagmanĝata
αόριστος tagmanĝis tagmanĝinta tagmanĝita
μέλλοντας tagmanĝos tagmanĝonta tagmanĝota
υποθετική tagmanĝus - -
προστακτική tagmanĝu - -

tagmanĝi (eo)