thatcher

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

thatcher (en) και straw-roofer (en)

  • αυτός που φτιάχνει στέγες από άχυρο (thatch)