trein
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αφρικάανς (af)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]trein (af)
Ολλανδικά (nl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]trein (nl)
trein (af)
trein (nl)