vaca
Εμφάνιση
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
vaca | vacas |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]vaca (es) θηλυκό
- (θηλαστικό ζώο) η αγελάδα
Καταλανικά (ca)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]vaca (ca) θηλυκό
- (θηλαστικό ζώο) η αγελάδα
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
vaca | vacas |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈva.kɐ/ (Πορτογαλία)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]vaca (pt) θηλυκό
- (θηλαστικό ζώο) η αγελάδα
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (ισπανικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (ισπανικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (ισπανικά)
- Ισπανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (ισπανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ισπανικά)
- Θηλαστικά (ισπανικά)
- Ζώα (ισπανικά)
- Καταλανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (καταλανικά)
- Θηλαστικά (καταλανικά)
- Ζώα (καταλανικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (πορτογαλικά)
- Πορτογαλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (πορτογαλικά)
- Θηλαστικά (πορτογαλικά)
- Ζώα (πορτογαλικά)