waypoint

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

  • σημείο πορείας
    • σημείο μετάβασης σε διαδρομή συνήθως σημασμένο (ψηφιακά ή υλικά) (συνήθως δεν αποτελεί κομβικό σημείο)