współoskarżony
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
współoskarżony < współ- + oskarżony
Επίθετο[επεξεργασία]
współoskarżony (pl)
współoskarżony < współ- + oskarżony
współoskarżony (pl)