αμυδρώς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αμυδρώς < αρχαία ελληνική ἀμυδρῶς

Επίρρημα[επεξεργασία]

αμυδρώς

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]