αναμισθώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αναμισθώνω < ανα- + μισθώνω

Ρήμα[επεξεργασία]

αναμισθώνω

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]