αυτοαναλύομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αυτοαναλύομαι < αυτο- + αναλύομαι < αναλύω

Ρήμα[επεξεργασία]

αυτοαναλύομαι

  • αναλύω τον εαυτό μου

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]