δηλονότι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- δηλονότι < αρχαία ελληνική δηλονότι
Επίρρημα[επεξεργασία]
δηλονότι
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
δηλονότι
- είναι φανερό ότι, δηλονότι