νιονιό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- νιονιό < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]νιονιό ουδέτερο
- το μυαλό
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- δεν έχεις καθόλου νιονιό μέσα;
- δεν έχει κουκούτσι νιονιό