édredon
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
édredon | édredons |
édredon (fr) αρσενικό
- το πάπλωμα
ενικός | πληθυντικός |
édredon | édredons |
édredon (fr) αρσενικό