équilatéral
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | équilatéral | équilatéraux |
θηλυκό | équilatérale | équilatérales |
équilatéral (fr)
- (γεωμετρία) ισόπλευρος
- triangle équilatéral - ισόπλευρο τρίγωνο