ΒΔ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

  1. Β.Δ. < Βασιλικό Διάταγμα.
  2. ΒΔ < βορειοδυτικός, με κεφαλαία, κατά το αγγλικό NW, North West
  3. ΒΔ < Βάση Δεδομένων

Συντομομορφή[επεξεργασία]

ΒΔ και Β.Δ. ουδέτερο άκλιτο αρκτικόλεξο

  • διάταγμα που έχει ισχύ νόμου και υπογράφεται από τον βασιλιά, το αντίστοιχο του Προεδρικού Διατάγματος (ΠΔ) σε πολίτευμα αβασίλευτης δημοκρατίας)

Συντομομορφή[επεξεργασία]

ΒΔ συντομογραφία

  1. (επίθετο) βορειοδυτικός, βορειοδυτική, βορειοδυτικό
  2. (επίρρημα) βορειοδυτικά
  3. (βάσεις δεδομένων) συντομογραφία της βάσης δεδομένων[1]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Λουκόπουλος, Θ., Θεοδωρίδης, Ε. 2016. «Εισαγωγή στην SQL - Πίνακας συντομεύσεων-ακρωνύμια», σελ. 8, 11. Αθήνα:Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, repository.kallipos.gr. Προσπέλαση: 2020-01-17