Τζελίλ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Τζελίλ < μεταγραφή για την αλβανική Xhelil ή την τουρκική Celil
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Τζελίλ αρσενικό, άκλιτο
Τζελίλ αρσενικό, άκλιτο