Τσικνάκη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Τσικνάκη < γενική ενικού του αρσενικού Τσικνάκης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Τσικνάκη θηλυκό, άκλιτο
Τσικνάκη θηλυκό, άκλιτο