ΧΑΔΑ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ΧΑΔΑ < Χώρος Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Αποβλήτων

Συντομομορφή[επεξεργασία]

ΧΑΔΑ αρσενικό άκλιτο ακρωνύμιο

  1. χωματερή που διατηρείται από τοπικές αρχές χωρίς ελέγχους ή ρυθμίσεις
    οι περισσότεροι ΧΑΔΑ λειτουργούν ακόμα, μετά από την προθεσμία για την αποκατάστασή τους