Χόνδρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: χονδρά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Χόνδρα < γενική ενικού του αρσενικού Χόνδρας

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Χόνδρα θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

[επεξεργασία]