αηδονολαλώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αηδονολαλώ < αηδόν(ι) + -ο- + λαλώ

αηδονολαλώ

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]