αὐτάγγελος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αὐτάγγελος < αὐτός + ἀγγέλλω

Επίθετο[επεξεργασία]

ὁ ἡ αὐτάγγελος, ον