δικτυακή ουδετερότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δικτυακή ουδετερότητα < δικτυακή + ουδετερότητα ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική network neutrality)

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

δικτυακή ουδετερότητα θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]