επιμόλυνσης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
επιμόλυνσης θηλυκό
- γενική ενικού του επιμόλυνση
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- επιμολύνσεως (λόγιο)
επιμόλυνσης θηλυκό