θωρακοσκοπικού
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]θωρακοσκοπικού
- γενική ενικού του θωρακοσκοπικός
- γενική ενικού, ουδέτερου γένους του θωρακοσκοπικός
θωρακοσκοπικού