κάνω νερά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

→ δείτε τις λέξεις κάνω και νερά

Έκφραση[επεξεργασία]

κάνω νερά

  1. πλημμυρίζω με νερό
     συνώνυμα: μπάζω νερά
  2. πράττω τα αντίθετα από τα συμφωνηθέντα
    είπαμε ν' ανοίξουμε τη νέα επιχείρηση, έβαλα και λεφτά, αλλά μετά άρχισε να μου κάνει νερά

Μεταφράσεις[επεξεργασία]