λοιμωδών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
λοιμωδών
- γενική πληθυντικού του λοιμώδης
- γενική πληθυντικού του λοιμώδες
Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]
- Λοιμωδών (το νοσοκομείο που ήταν γνωστό ως "Λοιμωδών" και λεγόταν Νοσοκομείο Λοιμωδών Νοσημάτων και που τώρα ονομάζεται Γενικό Νοσοκομείο Δυτικής Αττικής η Αγία Βαρβάρα)