μπαρουτοκαπνισμένων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
μπαρουτοκαπνισμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του μπαρουτοκαπνισμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του μπαρουτοκαπνισμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μπαρουτοκαπνισμένος