παθοπλαντάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παθοπλαντάζω < πάθος + -ο- + πλαντάζω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pa.θo.planˈda.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πα‐θο‐πλα‐ντά‐ζω

Ρήμα[επεξεργασία]

παθοπλαντάζω, αόρ.: παθοπλάνταξα, μτχ.π.π.: παθοπλανταγμένος (χωρίς παθητική φωνή)

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις πάθος και πλαντάζω

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]