παραμεθαύριο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
παραμεθαύριο
- η μέρα μετά το μεθαύριο
- ↪ Λέω να μην έρθω ούτε αύριο ούτε μεθαύριο αλλά παραμεθαύριο.
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
αντιπροχτές, αντιπροχθές, αντίπροχτες, αντίπροχθες | προχθές, προχτές | χτες, χθες, εχτές, εχθές | σήμερα | αύριο | μεθαύριο, μεθαύριον | αντιμεθαύριο, παραμεθαύριο |
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παραμεθαύριο
|