τοσούτω μάλλον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τοσούτω μάλλον < (καθαρεύουσα ) < τοσούτῳ (δοτική ενικού του τοσοῦτος) & μᾶλλον • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Έκφραση[επεξεργασία]

τοσούτω μάλλον

  • (λόγιο με επιτακτική έννοια) πολύ περισσότερο
    Ακόμα και ο καθηγητής δυσκολεύτηκε να λύσει το πρόβλημα, τοσούτω μάλλον οι μαθητές.

Συνώνυμα[επεξεργασία]