1G

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

1G < 1st generation < first generation wireless (περίπου 1980)

Συντομομορφή[επεξεργασία]

1G (en) αρκτικόλεξο

Υπώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • 1G στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Αλογάκος Αντώνιος (Σπάρτη 2018), Έλεγχος Ποιότητας Υπηρεσίας (QoS) με δικτυοστρεφή τρόπο σε κινητά δίκτυα 3G/4G, σελ 12. Προσπέλαση 2020-04-15
  2. Δημοράγκα Θ. Παρασκευή (Θεσσαλονίκη 2011) Πρόσβαση σε υπηρεσίες φωνής video και δεδομένων με τη χρήση των δικτύων WiMAX, σελ. 6. Προσπέλαση 2020-05-22.