Brigid

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Brigid < (άμεσο δάνειο) ιρλανδική γαελική Brighid < παλαιά ιρλανδικά Brigit < πρωτοκελτική *Brigantī (που είναι ψηλά, που έχει τιμή, δόξα)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈbɹɪ.d͡ʒɪd/ & /ˈbɹiː.ɪd/

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Brigid (en) θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • Brigid στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια