Sonntag

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: sònntag

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Sonntag (de)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Sonntag αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2]



Φινλανδικά (fi)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Sonntag < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Sonntag θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 [3], [4]



Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Sonntag < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Sonntag αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [5]



Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Sonntag < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Sonntag αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [6]