URI
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- URI < Uniform Resource Identifier
Συντομομορφή[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
URI | URIs |
URI (en) αρκτικόλεξο
- (διαδίκτυο) συντομογραφία του uniform resource identifier (ομοιόμορφο αναγνωριστικό πόρων)
Υπώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- URI στην αγγλική Βικιπαίδεια