accouplement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
accouplement | accouplements |
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
accouplement (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
accouplement | accouplements |
accouplement (fr) αρσενικό