ambassadeur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
ambassadeur | ambassadeurs |
ambassadeur (fr) αρσενικό (θηλυκό ambassadrice)
- ο πρεσβευτής, ο πρέσβης