anosmie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
anosmie | anosmies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
anosmie (fr) θηλυκό
- η ανοσμία
ενικός | πληθυντικός |
anosmie | anosmies |
anosmie (fr) θηλυκό