armement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
armement (fr) αρσενικό
- το όπλο, ο εξοπλισμός
- ο ανταγωνισμός των εξοπλισμών
- ο εξοπλισμός, ο εφοδιασμός με όπλα
armement (fr) αρσενικό