autostoppeur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
autostoppeur autostoppeurs

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

autostoppeur (fr) αρσενικό