barbera

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /barˈbɛ.ra/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

barbera (it) αρσενικό άκλιτο

  1. ποικιλία αμπελιών από το Πιεμόντε
  2. (ποτό) ξηρό κόκκινο κρασί το οποίο παρασκευάζεται από την παραπάνω ποικιλία

Πηγές[επεξεργασία]