bariolé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- bariolé < → δείτε τη λέξη barioler
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bariolé | bariolés |
θηλυκό | bariolée | bariolées |
bariolé (fr)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
bariolé (fr)
- → δείτε τη λέξη barioler