beu

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: bêu, bệu

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

beu < verlan του herbe, « beuhère », που συντομεύτηκε σε beubeuh)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : //
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

beu (fr) θηλυκό

il a acheté de la beu aux Pays-Bas - αγόρασε κάνναβη στην Ολλανδία

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]