bibliyofil

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

bibliyofil < (λόγιο δάνειο) γαλλική bibliophile[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /biblijɔˈfil/
τυπογραφικός συλλαβισμός: bib‐li‐yo‐fil

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

bibliyofil (tr)

Κλίση[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. bibliyofil - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν