bonneteur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
bonneteur | bonneteurs |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bonneteur (fr) αρσενικό
- ο παπατζής
ενικός | πληθυντικός |
bonneteur | bonneteurs |
bonneteur (fr) αρσενικό