cambouis

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kɑ̃.bwi/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ενικός πληθυντικός
cambouis cambouis

cambouis (fr) αρσενικό

  • το γράσο, μαυρισμένο λάδι ενός κινητήρα