cardsharp
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cardsharp | cardsharps |
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈkɑɹdʃɑɹp/ (αμερικανικά αγγλικά)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cardsharp (en)
- άλλη μορφή του card sharp