child-free

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

→ δείτε τις λέξεις child και free

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /t͡ʃaɪldˈfɹiː/

Επίθετο[επεξεργασία]

child-free (en)

  1. που έχει αποφασίσει ότι δεν θα έχει παιδιά, που μένει άτεκνος από επιλογή
  2. (κυριολεκτικά) μέρος, τόπος, συνθήκες κ.λπ., χωρίς παιδιά

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]