conciergerie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
conciergerie | conciergeries |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
conciergerie (fr) θηλυκό
- το θυρωρείο
ενικός | πληθυντικός |
conciergerie | conciergeries |
conciergerie (fr) θηλυκό