cove
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cove (en)
Καταλανικά (ca)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
cove (ca) < λατινική λέξη cophinus < μεσαιωνική ελληνική λέξη κοφίνιν < αρχαία ελληνική κόφινος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cove (ca) αρσενικό
- μεγάλο καλάθι