créatine
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- créatine < κρέας· η ονομασία δόθηκε από τον Γάλλο χημικό Michel Eugène Chevreul που την ανακάλυψε το 1832
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
créatine (fr) θηλυκό